Home Πολιτική Συνέντευξη Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα

Συνέντευξη Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα

0

Συνέντευξη του Β. Γενικού Εισαγγελέα στην «ΠΑ»

Ερωτοκρίτου: …ό,τι περνά από το χέρι μας

 

Συνέντευξη στον Παύλο Νεοφύτου

Yποσχόμαστε ότι θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, ακόμη και περισσότερο από τις δυνάμεις μας, για να υπάρξει ικανοποίηση της συλλογικής περί δικαίου συνείδησης του λαού, τονίζει ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Ρίκκος Ερωτοκρίτου. «Η προσπάθεια που γίνεται από τη Νομική Υπηρεσία ουσιαστικά αποτελεί και θέτει ένα στοίχημα, του κατά πόσο το πολιτικό σύστημα, αλλά και όσα αντιπροσωπεύει στη σύγχρονη δημοκρατική μας κοινωνία, μπορεί να επιβιώσει ή όχι. Για να επιβιώσει θα πρέπει να υπάρξει ικανοποίηση της συλλογικής περί δικαίου συνείδησης του λαού», υπογραμμίζει ο κ. Ερωτοκρίτου, για να προσθέσει ότι «μόνο μέσω των διαδικασιών που υπάρχουν στη Νομική Υπηρεσία και την Αστυνομία μπορεί αυτό το προσδοκόμενο να γίνει πράξη». Δηλώνει ότι αναμένει από το νέο Γενικό Εισαγγελέα συνεργασία, συναντίληψη και ανταλλαγή απόψεων, εξηγώντας ότι «το έργο της Νομικής Υπηρεσίας είναι τεράστιο. Δεν μπορεί να έρθει σε πέρας αποτελεσματικά από ένα πρόσωπο και μόνο. Το παρελθόν δεν μπορεί να αποτελεί οδηγό για το μέλλον, γιατί υπάρχουν δυνατότητες στη Νoμική Υπηρεσία που πρέπει να αξιοποιηθούν. Και για να αξιοποιηθούν πρέπει να υπάρξει συνεργασία μεταξύ του Γενικού και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα»

Στη συνέντευξή του στην «Πράσινη Ασπίδα» αποκαλύπτει ότι οι ανακρίσεις που αφορούν αξιωματούχους των τραπεζών της Λαϊκής και Τράπεζας Κύπρου έχουν  ολοκληρωθεί, και στην παρούσα φάση γίνεται προσπάθεια «να σχηματιστεί η σωστή και δίκαιη εικόνα», αναγκαία προϋπόθεση για το κατοπινό στάδιο της λήψης καταθέσεων. «Έχουμε σαφή εικόνα όμως των προσώπων που εμπλέκονται», επισημαίνει ο Β. Γενικός Εισαγγελέας.

Ο Ρίκκος Ερωτοκρίτου σπεύδει να διαβεβαιώσει ότι ακόμη και στην περίπτωση που η σύσταση της Επιτροπής για την οικονομία κριθεί παράνομη, το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον της μπορεί να αξιοποιηθεί σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία. Σχετικά με το θέμα της άρνησης του κ. Χριστόφια να απαντήσει σε ερωτήσεις της Επιτροπής απαντά ότι ο φάκελος της υπόθεσης μελετάται από το νέο Γενικό Εισαγγελέα.

Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας διακρίνει αντιφάσεις στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης στην Κύπρο, θεωρώντας την αναθεώρησή του απαραίτητη.

 

 

Mε οδηγίες του πρώην Γενικού Εισαγγελέα έχει συσταθεί ανακριτική ομάδα, η οποία υπό την εποπτεία σας διεξάγει ποινική έρευνα που αφορά αξιωματούχους των τραπεζών της Λαϊκής και Τράπεζας Κύπρου. Σε ποιο στάδιο βρίσκεται η έρευνα;

 

H έρευνα ακόμη συνεχίζεται και θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό, χωρίς να σημαίνει ότι θα συνεχίζεται χωρίς τέλος. Όμως ακόμη έχουμε αρκετό δρόμο να καλύψουμε. Καλύψαμε ήδη πάρα πολύ δρόμο με τη μελέτη όλων των σχετικών εγγράφων. Όταν θα είμαστε έτοιμοι να αρχίσουμε με τη λήψη καταθέσεων, θα αρχίσουμε με τη λήψη καταθέσεων.

 

Ο κύκλος των ανακρίσεων έχει ολοκληρωθεί;

Οι ανακρίσεις με την έννοια της συγκέντρωσης, κατηγοριοποίησης και μελέτης του υλικού έχει γίνει, λήψη καταθέσεων όμως δεν έχει γίνει ακόμη, γιατί θα πρέπει πρώτα να σχηματιστεί η σωστή και δίκαιη εικόνα από τα όσα διαβάζουμε. Πάρα πολλά είναι και τεχνικά ζητήματα, που έχουν σχέση με τα χρηματοοικονομικά. Συνεπώς αμέσως μετά θα προχωρήσουμε σε λήψη καταθέσεων. Έχουμε σαφή εικόνα όμως των προσώπων που εμπλέκονται. Ας μείνουμε σε αυτό.

  

Είναι έντονο στους πολίτες το αίσθημα της ατιμωρησίας. Πιστεύετε ότι θα ικανοποιηθεί έστω κατ’ ελάχιστον το περί δικαίου αίσθημα;

Θέλω να πιστεύω πως ναι. Και καθόσον αφορά τη Νομική Υπηρεσία, σας διαβεβαιώνω ότι δεν θα γίνει κανένας συμψηφισμός, κανένα έλλειμα και καμία ολιγορία σε σχέση με την προώθηση μέχρι και τέλους της ανακριτικής διαδικασίας για να προσαφθούν ενώπιον των Δικαστηρίων αυτοί που είναι ένοχοι.

 

Στην τελετή ορκωμοσίας του ο νέος Γενικός Εισαγγελέας δήλωσε ότι η κρίση έχει περάσει και σε θεσμούς και αξίες. Εσείς πώς θα το σχολιάζατε αυτό;

Αυτό είναι σωστό. Το είχα αναφέρει και εγώ στην αντιφώνησή μου στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η ιστορία αυτή με την ηγετική απαξίωση είναι μια μεταδοτική ασθένεια που λόγω της οικονομικής κρίσης έχει καλύψει όλους σχεδόν τους θεσμούς ανεξαίρετα. Και βεβαίως η προσπάθεια που γίνεται από τη Νομική Υπηρεσία ουσιαστικά αποτελεί και θέτει ένα στοίχημα, του κατά πόσο το πολιτικό σύστημα, αλλά και όσα αντιπροσωπεύει στη σύγχρονη δημοκρατική μας κοινωνία, μπορεί να επιβιώσει ή όχι. Για να επιβιώσει θα πρέπει να υπάρξει ικανοποίηση της συλλογικής περί δικαίου συνείδησης του λαού. Και μόνο μέσω των διαδικασιών που υπάρχουν στη Νομική Υπηρεσία και την Αστυνομία μπορεί αυτό το προσδοκόμενο να γίνει πράξη. Εμείς από την πλευρά μας υποσχόμαστε ότι θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, ακόμη και περισσότερο από τις δυνάμεις μας, για να μπορέσουμε να φέρουμε σε πέρας το καθήκον αυτό. Και να βοηθήσουμε έτσι στην επαναφορά της αξιοπιστίας των θεσμών στη συνείδηση του κόσμου μέσα από την απόδοση της δικαιοσύνης.

 

Ποια άποψη έχετε για το νέο Γενικό Εισαγγελέα;

Ο νέος Γενικός Εισαγγελέας διορίστηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Η απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι απόλυτα σεβαστή. Αναμένω από το νέο Γενικό Εισαγγελέα συνεργασία, συναντίληψη και ανταλλαγή απόψεων. Το έργο της Νομικής Υπηρεσίας είναι τεράστιο. Δεν μπορεί να έρθει σε πέρας αποτελεσματικά από ένα πρόσωπο και μόνο. Το παρελθόν δεν μπορεί να αποτελεί οδηγό για το μέλλον, γιατί υπάρχουν δυνατότητες στη Νoμική Υπηρεσία που πρέπει να αξιοποιηθούν. Και για να αξιοποιηθούν, δηλαδή να ”φουλάρουν οι μηχανές” της Νομικής Υπηρεσίας, πρέπει να υπάρξει συνεργασία μεταξύ του Γενικού και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα. 

 

Από τις πρώτες μέρες ποιες προτεραιότητες έχετε θέσει μαζί;

Ο Γενικός Εισαγγελέας στο στάδιο αυτό βρίσκεται στο στάδιο της ενημέρωσης. Είναι απόλυτα λογικό, γιατί έχει έρθει από το Ανώτατο Δικαστήριο. Η Νομική Υπηρεσία δεν εργάζεται ούτε όπως το Ανώτατο Δικαστήριο, ούτε όπως έναι ιδιωτικό δικηγορικό γραφείο. Έχει τους δικές τις κανόνες, τις δικές τις νόρμες και τη δική της πορεία. Συνεπώς είναι κάπως πρόωρο να μιλούμε για από κοινού επιδιώξεις, πέρα των αυτονόητων επιδιώξεων που έχει υιοθετήσει ο ίδιος στην αντιφώνησή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και με τις οποίες συμφωνώ και είμαι βέβαιος ότι συμφωνεί και εκείνος με τα όσα έχω πει κατά καιρούς, αλλά και περιλαμβανόνταν και στη δική μου αντιφώνηση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ότι δηλαδή αυτή την περίοδο η Νομική Υπηρεσία έχει το υπέρτατο, το υψηλότατο καθήκον, να προσαγάγει τους υπεύθυνους ενώπιον της δικαιοσύνης, αποκαθιστώντας έτσι την αξιοπιστία ταυτόχρονα και συνάμα όλων των άλλων θεσμών.

 

Το τελευταίο διάστημα γίνεται πολλή συζήτηση περί της νομιμοποίησης της Ερευνητικής Επιτροπής υπό τον κ. Πική, μετά το θέμα που ανέκυψε από τους ισχυρισμούς των νομικών συμβούλων του τέως Προέδρου κ. Χριστόφια. Ποια είναι η θέση σας επί του θέματος;

Δεν θέλω να τοποθετηθώ για το θέμα αυτό για λόγους δεοντολογικούς, αλλά και απολύτως ουσίας, που πιστεύω ότι είναι κατανοητοί. Η υπόθεση αυτή ενδεχομενώς να οδηγηθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και σε αυτή τη διαδικασία πιθανώς να καλεστώ ως Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας του κράτους να υπερασπιστώ την υπόθεση. Συνεπώς δεν μπορώ να κάνω δημόσιες δηλώσεις γι’ αυτό και οι οποίες ενδεχομένως θα με δυσκολέψουν, ως δημόσιες τοποθετήσεις, από το να χειριστώ την υπόθεση κατά βέλτιστο δυνατό τρόπο προς τα συμφέροντα της Δημοκρατίας.

 

Σε περίπτωση που η σύσταση της Επιτροπής κριθεί από το Δικαστήριο ως μη νόμιμη, τι θα γίνει; Θα μπορεί το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον της Επιτροπής να τύχει αξιοποίησης στην ποινική διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη;

Αναμφίβολα. Βεβαίως μπορεί. Βεβαίως μπορεί γιατί είναι κανόνας στο Ποινικό Δίκαιο ότι μαρτυρία η οποία αποκτήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο, ακόμα και μέσω παράνομης – σε εισαγωγικά – Επιτροπής ή αν αυτό θα είναι το αποτέλεσμα από το Ανώτατο Δικαστήριο, από όσους προσφύγουν, είναι αποδεκτή ως μαρτυρία σε οποιαδήποτε ποινική διαδικασία.

Σε ποιο στάδιο βρίσκεται η εξέταση του θέματος που ανέκυψε με την άρνηση του κ. Χριστόφια να απαντήσει σε ερωτήσεις της Επιτροπής; 

Μελετάται ο φάκελος από το νέο Γενικό Εισαγγελέα, όπως εμελετάτο και από τον παλιό.

 

Το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στην Κύπρο χρειάζεται αναθεώρηση; Αναφέρομαι ιδιαίτερα στο θεσμό του Γενικού Εισαγγελέα, τον οποίο εισαγάγαμε από τη Βρετανία, η οποία τον έχει προ πολλού αναθεωρήσει.

Νομίζω πως ναι. Και θα σας εξηγήσω γιατί, θα σας πω ένα απλό παράδειγμα. Ο Γενικός Εισαγγελέας και η Νομική Υπηρεσία εμφανίζονται – και έτσι είναι με βάση το Σύνταγμα – να είναι οι νομικοί σύμβουλοι του κράτους. Ταυτόχρονα και παράλληλα καλούνται, λόγω των ευρείων συνταγματικών εξουσιών που έχουν – ιδιαίτερα ο Γενικός Εισαγγελέας – για την έναρξη, διακοπή και συνέχιση ποινικών διώξεων. Έτσι είναι ο ίδιος θεσμός, δια μέσου του Γενικού Εισαγγελέα, που μπορεί και υποχρεούται – ανάλογα με την περίπτωση – αυτούς που είναι οι πελάτες του, δηλαδή τους εκάστοτε κυβερνώντες να τους προσάξει ενώπιον της δικαιοσύνης. Συνεπώς είναι αντιφατικό. Υπάρχει όμως λύση σε αυτό το θέμα. Θα μπορούσε ο η εξουσιοδότηση του Γενικού Εισαγγελέα να χωριστεί στα δύο και το τμήμα εκείνο των υπηρεσιών που αφορούν τις νομικές συμβουλές προς το κράτος να εκτελούνται από ένα πρόσωπο και οι ποινικές διώξεις από άλλο. Κατά τα πρότυπα και πάλι των όσων συμβαίνουν στο Αγγλοσαξονικό δίκαιο, που σ’ αυτόν τον τομέα έχει εκμοντερνιστεί και εκσυγχρονιστεί. Δηλαδή στην Αγγλία αυτός που κινεί τις ποινικές διώξεις δεν είναι ο Γενικός Εισαγγελέας, αλλά ο Διευθυντής των Δημοσίων Ποινικών Διώξεων (Director of Public Prosecutions – DPP). Σε αντίθεση με το τι συμβαίνει στην Κύπρο, εκεί ο Γενικός Εισαγγελέας είναι μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου, παρακάθεται σε όλες τις συνεδριάσεις και παρακολουθεί όλες τις εργασίες του κράτους και του Υπουργικού Συμβουλίου από τη θέση αυτή. Δεν κάνει όμως ποινικές διώξεις. Τις ποινικές διώξεις τις κάνουν άλλοι. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαμε με τροποποίηση του Συντάγματος να εκμοντερνιστούμε κι εμείς.  

 

Exit mobile version